La Petite Cantine – Συζήτηση στο Tinos Food Paths
Το περασμένο Tinos Food Paths φιλοξένησε την ομάδα του «La petite Cantine», εστιατορίου στο Βόλο που απασχολεί αποκλειστικά άτομα με αναπηρίες ή από κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. Είχαμε τη χαρά να συζητήσουμε με τον εμπνευστή και δημιουργό Διονύση Δαλούκα για αυτά που μπορούν να γίνουν και αυτά που δεν μπορούν. Η μήπως όχι; La petite Cantine… με μεγάλη καρδιά!
– Πως γεννήθηκε η όλη ιδέα;
Ξεκίνησε το 2015 όταν είχα την ιδέα να δημιουργηθεί ένας χώρος όπου θα μπορούν να δουλέψουν, να απασχοληθούν, να εκπαιδευτούν άτομα με αναπηρία ή από κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. Άτομα που θα βγουν από το περιθώριο, θα μπορέσουν να γίνουν παραγωγικά, θα βρουν μια ενασχόληση, θα συνδυάσουν το παραγωγικό κομμάτι με τον εθελοντισμό, θα μπορέσουν να βοηθήσουν. Έτσι, το 2016 φτιάξαμε την ομάδα μας και στήσαμε μια κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση. Δημιουργήσαμε έναν χώρο εστίασης, ένα εστιατόριο-καφέ που βασίζεται και πειραματίζεται πάνω στη μεσογειακή κουζίνα Χρησιμοποιούμε αποκλειστικά ελληνικά προϊόντα, ελληνικά κρασιά, μπύρες και αποστάγματα. Προμηθευόμαστε τα ζαρζαβατικά μας από συνεταιρισμούς και κολεκτίβες, άρα όλα είναι φρέσκα, χωρίς φάρμακα και επιπρόσθετες ουσίες. Παράλληλα έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε και έναν πυρήνα πολιτισμού. Ένα πολυχώρο που φιλοξενεί καλλιτεχνικά, πολιτιστικά δρώμενα, παρουσιάσεις βιβλίων, κεραμικής, ζωγραφικής, φωτογραφίας, θεατρικά, μουσικά live και οτιδήποτε μάς φαίνεται ενδιαφέρον και συνδέεται με το κομμάτι του πολιτισμού.
– Πόσο δύσκολο είναι ένα τέτοιο εγχείρημα στην Ελλάδα του 2018;
Εδώ θα γελάσουμε τώρα. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ο Έλληνας δεν έχει αυτή τη νοοτροπία, δεν έχει μάθει να βλέπει άτομα με αναπηρία. Όλα τα χρόνια περιμένει τα άτομα αυτά να μένουν στο περιθώριο, να κάθονται σπίτι τους, να παίρνουν μια σύνταξη, ένα προνοιακό επίδομα και μέχρι εκεί. Τώρα κάπως φαίνεται ότι αρχίζει να αλλάζει όλο αυτό. Βγαίνουν σιγά σιγά έξω από το σπίτι τους, αρχίζουν να κοινωνικοποιούνται, κάνουν παρέες, δουλεύουν, έχουν τα δικά τους χρήματα και οι οικογένειες αρχίζουν να εμπιστεύονται τα παιδιά τους. Σε άλλες περιοχές, σε χωριά, σε νησιά, τα πράγματα μπορεί να είναι πιο δύσκολα.
– Που είναι τελικά ευκολότερη η ζωή για τα άτομα αυτά; Στο μεγάλο αστικό κέντρο που μπορεί να διαθέτει υποδομές ή στο μικρό μέρος που ο ένας γνωρίζει τον διπλανό και μπορεί να ενδιαφερθεί; Είναι πιο δυσπρόσιτες πρακτικά και κοινωνικά οι πόλεις;
Αυτό είναι οξύμωρο. Σίγουρα στις μεγαλύτερες πόλεις έχουν πιο πολλές ευκαιρίες, κίνητρα, ενασχόληση. Η πόλη σού δίνει περισσότερα όμως ταυτόχρονα μπορεί να σε κρύβει, να χάνεσαι. Στις μικρότερες πόλεις δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μπορείς να εμπιστευτείς πιο εύκολα το παιδί, οι γονείς μπορεί τελικά να βρουν τρόπους ενασχόλησης ή δημιουργίας. Από την άλλη όμως, μιλώντας προχθές με συγγενείς από το σωματείο εδώ στην Τήνο, μού είπαν ότι πριν από κάποια χρόνια γονείς ντρεπόταν να βγάλουν τα παιδιά από το σπίτι. Στις μικρές κοινωνίες αυτό ίσως είναι πιο έντονο.
– Στο εξωτερικό υπάρχουν αντίστοιχες προσπάθειες με τη δική σας;
Ναι βέβαια. Η διαφορά είναι ότι δεν υπάρχει κάτι συνολικό, υπάρχει μεμονωμένα. Στον Καναδά π.χ. υπάρχει χώρος που δουλεύουν άτομα κωφά, στην Κύπρο υπάρχει χώρος για άτομα με κινητική αναπηρία. Σε εμάς είναι ολοκληρωμένο γιατί συνδυάζουμε όλες τις αναπηρίες και ψυχικές νόσους.
– Πως εργάζεται κάποιος στο «La petite Cantine»; Φαντάζομαι το interview θα διαφέρει πολύ από αυτό που έχουμε μάθει. Τι αξιολογείτε προκειμένου να προσλάβετε το προσωπικό σας;
Πρώτο και σημαντικότερο, βλέπουμε αν κάποιος έχει πιστοποίηση αναπηρίας (ΚΕΠΑ), σε τι βαθμό και πόσο λειτουργικός είναι. Γιατί υπάρχουν περιπτώσεις, π.χ. παιδιού με εγκεφαλική παράλυση το οποίο απλά είναι εθελοντής και περνάει χρόνο μαζί μας, δεν έχει τη δυνατότητα να προσφέρει. Στη συνέχεια έχουμε ψυχολόγους που πραγματοποιούν συνέντευξη για να διαπιστώσουν σε τι κατάσταση βρίσκεται το άτομο και μετά αποφασίζουμε με βάση και τις ανάγκες του μαγαζιού.
– Ποιο είναι το κοινό του «La petite Cantine»; Επισκέπτονται το μαγαζί και άτομα χωρίς αναπηρία;
Μετά από δύο χρόνια, ακόμα δεν ξέρω ποιο είναι το κοινό μας. Έχουμε όλες τις ηλικίες, φοιτητές, καθηγητές πανεπιστημίου, βουλευτές, επιχειρηματίες. Αυτό που έχουμε καταφέρει είναι να τρώνε π.χ δίπλα δίπλα στην καλοκαιρινή αυλή μας ένας επιχειρηματίας και ένα παιδί με αυτισμό και να περνάνε καλά. Είναι ένα πολύ καλό βήμα, δείχνει σιγά σιγά ότι αρχίσαμε να εξοικειωνόμαστε. Αρχίζουμε και δεχόμαστε τον άλλον όπως είναι.
– Ωστόσο φαντάζομαι ότι θα αντιμετωπίζετε προκαταλήψεις και ταμπού…
Σίγουρα. Αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ, όσο και να προχωρήσει η κοινωνίας μας στο μέλλον.
– Κάποιος που έρχεται διστακτικά, πώς φεύγει; τί έχει πάρει φεύγοντας;
Κάποιοι που δεν το ξέρουν δεν το καταλαβαίνουν καθόλου. Για παράδειγμα ο Ματθαίος που έχουμε στο service και στο bar είναι κωφός και έχει τύχει να δεχτούμε παράπονα γιατί το παιδί δεν γυρνάει όταν τον φωνάζουν ενώ είναι κοντά.
– Το φαγητό έξω είναι συνδεδεμένο με τη διασκέδαση –βγαίνω για φαγητό για να ξεφύγω και να περάσω καλά. Για τον κόσμο που δεν έχει κάποιο άτομο με αναπηρία στον στενό του κύκλο ώστε να είναι εξοικειωμένο, πόσο ανασταλτικά δρα ο φόβος;
Πάρα πολύς κόσμος δεν έρχεται γιατί φοβάται. Και πάρα πολλοί που τελικά ήρθαν με ενδοιασμούς, στην πορεία μάς είπαν ότι τελικά δεν ήταν τίποτα, μια ιδέα. Είναι πολύ θετικό να βλέπεις ένα άτομο που δεν έχει καμιά σχέση με την εστίαση μέσα σε δύο χρόνια να σερβίρει και να μην του λείπει τίποτα. Να σε σερβίρει σαν να μην έχει καμιά αναπηρία. Επίσης οι ψυχικές νόσοι δεν είναι ορατές. Για παράδειγμα έχουμε στη λάντζα κοπέλα με σχιζοφρένεια. Κάποιος μπορεί να φαντάζεται ότι θα πάρει ένα μαχαίρι και θα τον κυνηγάει. Τα πράγματα δεν είναι όμως έτσι. Υπάρχουν φάρμακα, γιατροί, ελέγχεται, βλέπεις τον άλλον όταν δεν είναι καλά, τι χρειάζεται. Είναι ένα δύσκολο κομμάτι να μπορέσεις να κοντρολάρεις όλο αυτό αλλά με τον καιρό βλέπεις ότι παίρνει μια σειρά, μια μορφή.
– Το θέμα της πολιτικής ορθότητας (political correctness) συζητιέται χρόνια τώρα: Αφαιρώντας τη λέξη «ανάγκη», δεν την ενοχοποιούμε σαν έννοια; Δεν την εξοστρακίζουμε; Ανάγκες έχουμε όλοι, δεν είναι υποτιμητικό.
Ακριβώς. Και εγώ έχω ειδικές ανάγκες να ζήσω την οικογένειά μου, το παιδί μου και εσύ αντίστοιχα και όλοι. Υπάρχει ο όρος. Αναπηρία, κακά τα ψέματα. Κάποιοι δεν θέλουν να το δεχτούν. Ένα άτομο έχει αναπηρία, τέλος! Πολλές φορές η αναπηρία δεν είναι εμφανής. Εγώ έχω 80% αναπηρία αλλά δεν φαίνεται. Στο σύνδρομο Down, στο αμαξίδιο, στη νοητική στέρηση ΟΚ, η αναπηρία είναι εμφανής.
– Η οποία μπορεί να είναι εκ γενετής ή επίκτητη. Μιας και αναφέρθηκες στον εαυτό σου, στην περίπτωση που μια μέρα αλλάζουν όλα στη ζωή σου, τί είναι αυτό που σε αποτρέπει από την παραίτηση, σε κινητοποιεί και σου δίνει τη δύναμη για να ξεκινήσεις όλη αυτή την προσπάθεια?
Εγώ το βίωσα δύο φορές στη ζωή μου, δύο φορές έχω πάθει έμφραγμα και με έχουν πάει στο νοσοκομείο κλινικά νεκρό. Έχω φύγει και έχω γυρίσει δύο φορές. Πάρα πολλοί λένε ότι δεν ήταν γραφτό. Αλλάζει όλη σου η ζωή. Αλλάζεις νοοτροπία και όση πίεση και όσο τρέξιμο να έχεις, λες ότι αξίζει κάθε μέρα να ζεις. Η ζωή είναι έτσι, δεν ξαναγυρνάει. Κάθε μέρα να την περνάς διαφορετικά. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που ξέρει τι σημαίνει αναπηρία. Ο αδερφός της μητέρας μου, είχε σύνδρομο Down σε πολύ βαριά μορφή, δεν περπατούσε καλά, δεν μιλούσε και πέθανε τον Γενάρη του ‘17 σε ηλικία 70 χρονών – από τους μεγαλύτερους στην Ευρώπη. Όλα αυτά τα χρόνια έβλεπα τη γιαγιά μου να τον περιποιείται. Αλλάζει όλη η φιλοσοφία σου, όλη η κουλτούρα σου. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές ακόμα και τώρα όταν βλέπεις κάποιες τόσο σοβαρές αναπηρίες παιδιών δεν μπορείς να το δεχτείς. Είναι γροθιά στο στομάχι. Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να έχει κάποιο παιδί σπαστική αναπηρία και να χτυπιέται και δίπλα κάποιος να χαλαρώνει τρώγοντας. Υπάρχουν και αυτά όμως, πρέπει να είσαι έτοιμος να το δεχτείς, μπορεί να συμβεί οπουδήποτε. Το σημαντικό είναι η αποδοχή μιας κατάστασης. Εγώ είμαι διαφορετικός από εσένα και εσύ από εμένα. Για όποιον το καταφέρει είναι πολύ μεγάλο.
– Μια ευχή για όλο αυτό που έχεις στήσει?
Να συνεχίσει να υπάρχει, το σημαντικότερο. Nα μπορέσει να γιγαντωθεί και να πάει και σε άλλες πόλεις. Kαι μια ευχή για την Τήνο, να δημιουργηθεί και εδώ ένας χώρος για τα άτομα με αναπηρία που μαθαίνω είναι αρκετά.
Η συνέντευξη τελείωσε, ο Διονύσης έφυγε να προλάβει το πλοίο και εγώ έμεινα στο τραπέζι λίγο ακόμα. Έκανα κύκλους με το καλαμάκι στον καφέ και σκεφτόμουν ότι τελικά την αναπηρία μας την επιλέγουμε. Άνθρωποι που στερήθηκαν την υγεία τους κατάφεραν να υπερκαλύψουν το κενό και να πετύχουν αυτό που ήθελε η καρδιά τους. Οι υπόλοιποι που ξυπνάμε το πρωί καθόλα υγιείς, θεωρώντας δεδομένο ότι όλα τα όργανά μας λειτουργούν όπως χθες, χανόμαστε σε αναβολές, δικαιολογίες, φανταστικά εμπόδια, άγχη, φόβους και αναίτιες αδυναμίες που μάς παραλύουν. Τις τελευταίες μέρες του χρόνου, όπως κάθε χρόνο, θα βάλουμε τους στόχους για τον επόμενο. Ο δικός μου; Να θυμάμαι δυο γραμμές από το βιβλίο του π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου (Λίβυου): «Πασχίζουμε να ζήσουμε αυτά που σαν τα έχουμε δεν ξέρουμε τι να τα κάνουμε και σαν τα χάσουμε μας λείπουν αφάνταστα. Μονάχα στην απώλεια θρηνούμε τον παράδεισο…».
Κωστής Αθηναίος