Η Τήνος μου
Η Τήνος μου. Με ρωτούν τι είναι για εμένα η Τήνος. Μου θυμίζει αυτές τις ερωτήσεις που βλακωδώς σε ρωτούν όταν είσαι παιδί κάνοντας σε να αναρωτιέσαι αν οι ενήλικες είναι ιδιαίτερα περίεργοι άνθρωποι ή αν απλά υποτιμούν την νοημοσύνη σου: Την αγαπάς τη μαμά σου; Τι να απαντήσεις δηλαδή; Όχι; Δύσκολο, εκτός και αν είσαι το μωρό της Ροζμαρί. ‘Η ναι; Ναι και τι άλλο; Έχω το θάρρος να πω ότι μου είναι αδύνατο να συνοψίσω τι είναι για εμένα η Τήνος, μπορώ μόνο να επεκταθώ, και να επεκταθώ πολύ.
Αρχικά η Τήνος ήταν για εμένα κάθε καλοκαίρι και κάθε Πάσχα των παιδικών μου χρόνων. Ο ήχος από το σύρσιμο των ξεραμένων λιλά ανθών βουκαμβίλιας στα σοκάκια από τον αέρα, οι βουτιές από τον μόλο του Άγιου Σώστη, το απογευματινό παγωτό και το επόμενο, το κρυφτό και το κυνηγητό στο γεφυράκι της Παλλάδας, τα μαθήματα άνωσης χωρίς μπρατσάκια στη θάλασσα κάτω από το σπίτι μας και τα επαναλαμβανόμενα πειράματα μέχρι την ανακάλυψη του τελειότερου αντικειμένου απόδειξης της άνωσης μετά τον ροζ δεινόσαυρο στρώμα θαλάσσης, βλέπε αφρολέξ κουτί που κάλυπτε το καινούργιο ψυγείου του παππού, οι τηνιακές τυρόπιτες και η σκεπαστή, το κλέψιμο του ψωμιού από τις ταβέρνες με σκοπό το τάϊσμα των μικρών ψαριών στο λιμάνι του Πανόρμου, η διαπίστωση ότι η κάθε ψαρόβαρκα χρειάζεται λίγη μπλε μπογιά για να δικαιολογήσει την ύπαρξη της, η συλλογή από τις λαμπάδες του παρελθόντος, ο ύπνος ανάμεσα σε δύο κολλημένες αντικριστά καρέκλες ώσπου να αποφασίσουν οι γονείς να επιστρέψουν από την εκάστοτε βραδινή έξοδο.
Αργότερα έγινε το κάθε Πάσχα και καλοκαίρι των εφηβικών μου χρόνων. Η αίσθηση του ανέμου που μπλέκει τα μαλλιά καθώς το ανοιχτό αυτοκίνητο τρέχει προς ή στην επιστροφή από το μπάνιο περνώντας δίπλα από ξερολιθιές και αγριολούλουδα και η κατά τόπους έντονη μυρωδιά ρίγανης κρυμμένης στα βράχια, πάντα με φόντο τη θάλασσα, οι στάλες από το λάδι της χωριάτικης στο παραθαλάσσιο ταβερνάκι που πασαλείβεται με το λάδι σώματος χωρίς αναστολές μέχρι την επόμενη βουτιά, οι «Καλυβάδες» (το κλασικό ,πλέον, μοχίτο με ρακί), το έντρομο ύφος του δάσκαλου οδήγησης όταν στο άκουσμα «δεξιά» έστριβα αριστερά, οι ποδηλατάδες, το πρώτο ρακόμελο, οι παρέες με κιθάρες, τα βραδινά μπάνια, η απαγόρευση από τις φίλες μου του να μετρώ τα αστέρια για μην βγουν σπυριά στα χέρια μου, το σνίτσελ με πατάτες τηγανητές και συνοδεία σπιτικής τηνιακής μαρμελάδας, οι ελληνικοί καφέδες από τα χεράκια των γιαγιάδων των φίλων μου, η μυρωδιά του επιταφίου κατά την περιφορά στα στενάκια, η Ανάσταση και η υπόσχεση ότι το καλοκαίρι δεν θα είναι και φέτος μακριά από το Πάσχα για να ξαναέρθω στην Τήνο.
Σήμερα η Τήνος εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό κομμάτι του κάθε Πάσχα και καλοκαιριού μου. Τα απολαυστικά απομεσήμερα με Jazz lives σε παραλίες, οι πολιτιστικές εκδηλώσεις, τα καινούργια μουσεία και οι περιοδικές τους εκθέσεις, το γαλακτομπούρεκο στην πλατεία του Πύργου, το τηνιακό στρογγυλό τυρί και η τηνιακή γραβιέρα που εκτιμώνται ως το καλύτερο δώρο από τους γνώστες φίλους στην Αθήνα, η επιγραφή στο λιμάνι που αναγράφει το όνομα του παππού μου, η κατανόηση της αξίας της ουσιαστικής λιτότητας και των απλών πραγματικά ωραίων ανθρώπων.
Η Τήνος είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου και εγώ ταυτόχρονα αποτελώ κομμάτι της όπως κάθε άνθρωπος που στριφογυρίζει κάθε τόσο γύρω της σαν το μυρμήγκι. Υπάρχει μέσα μου σε κομμάτια από ένα πάζλ απροσδιόριστο. Το πάζλ της ζωής μου.
Η Τήνος μου
Μαρίνα Αθηναίου